Έχουν μικρό κεφάλι, μυτερή μύτη, μουστάκια σαν της γάτας και μεγάλα οβάλ αυτιά.
Η γούνα των οπόσουμ είναι παχιά και μάλλινη και το χρώμα της, ενώ συνήθως είναι καφέ, μπορεί να είναι επίσης σε διάφορους τόνους γκρι.
Η ουρά τους είναι μακριά και φουντωτή και έχουν κοφτερά νύχια τα οποία χρησιμοποιούν για να ανεβαίνουν δένδρα και για την προσωπική τους περιποίηση.
Κύκλος ζωής
Τα Οπόσουμ είναι μαρσιποφόρα - δηλαδή τα θηλυκά κουβαλούν τα μικρά τους στον μάρσιπ\πό τους
Συνήθως γεννούν το χειμώνα μετά από 17 μέρες κύησης και τα νεογέννητα οπόσουμ βρίσκουν το δρόμο προς την τσέπη της μητέρας τους προσκολλώντας σε μία θηλή.
Τα νεαρά οπόσουμ συνήθως μένουν μέχρι 5 μήνες στην τσέπη πριν να μετακινηθούν γαντζωμένα στην πλάτη της μητέρας τους για περίπου δύο μήνες.
Τα Οπόσουμ γενικώς γεννούν ένα μικρό τη φορά, που μεγαλώνει πλήρως σε δέκα μήνες Παρότι φτάνει σε σεξουαλική ωριμότητα σε ένα χρόνο.
Συνήθειες
Εκτός από την περίοδο αναπαραγωγής, τα Οπόσουμ είναι μοναχικά ζώα και έχουν την τάση να μένουν στην περιοχή τους την οποία διεκδικούν σκεπάζοντας τα κλαδιά των δένδρων με μία μυρωδιά που βγάζουν από τoυς αδένες του στήθους τους.
Κάνουν τις φωλιές τους σε δάση, δασικές εκτάσεις είτε μέσα στα δένδρα είτε κάτω από βλάστηση, σε θημωνιές ακόμα και σε οροφές σπιτιών!
Τα Οπόσουμ είναι νυκτόβια και σπάνια φαίνονται κατά τη διάρκεια της ημέρας.
Η διατροφή των Οπόσουμ ποικίλει - τρώνε σχεδόν τα πάντα και μπορεί να προκαλέσουν αρκετή ζημιά στην άγρια χλωρίδα και πανίδα διότι δεν τρώνε μόνο τα φύλλα και τους καρπούς αλλά και τους φλοιούς των δένδρων. Η διατροφή τους επίσης περιλαμβάνει αυγά πουλιών, νεαρά πουλιά, γεωργικές καλλιέργειες ακόμη και έντομα.
Μερικές χώρες θεωρούν ότι η εξάπλωση της φυματίωσης στην Κτηνοτροφία και στα Ελάφια οφείλεται στα Οπόσουμ.
Τα Οπόσουμ ζούνε στην Αυστραλία, Νέα Γουϊνέα και Σουλαγουέσι αλλά αρχές του δέκατου ένατου αιώνα εμφανίστηκαν στη Νέα Ζηλανδία.